ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΑΝΑΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΩΝ ΔΟΜΩΝ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»
Μετά την πρώτη «παρουσίαση» (26-10-2017) του σχεδίου νόμου για τη δημιουργία νέων δομών στήριξης του εκπαιδευτικού έργου και τις ενημερωτικές συναντήσεις του κου Δ/ντή Ειδικής Αγωγής με τους εργαζόμενους κάποιων ΚΕΔΔΥ, θα αναμέναμε ένα σχέδιο νόμου σαφέστερο, ξεκάθαρο και πιο κατατοπιστικό, ως προς τον τρόπο λειτουργίας-διασύνδεσης και αρμοδιοτήτων των νέων δομών.
Αντ’ αυτού, βρισκόμαστε μπροστά:
- σε ένα πιστό αντίγραφο του νομοσχεδίου «Διαμαντοπούλου»,
- σ’ ένα κείμενο που αλλάζει τη στοχοθεσία των ΚΕΔΔΥ (από κέντρα υποστήριξης μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, μετατρέπονται σε κέντρα στήριξης των σχολικών μονάδων),
- σ’ ένα κείμενο με αοριστίες, επαναλήψεις, παραλείψεις, αντιφάσεις, επικαλύψεις και μεταθέση-διόγκωση ανεφάρμοστων αρμοδιοτήτων,
ü σ’ ένα κείμενο από το οποίο λείπουν:
α) οι απαντήσεις σε βασικά ερωτήματα:
- ποιες γνώσεις και δεξιότητες πρέπει να έχουν κατακτήσει οι μαθητές στο τέλος του Δημοτικού, του Γυμνασίου και του Λυκείου;
- με ποια θεσμικά-δομικά «εργαλεία» θα τις κατακτήσουν;
β) η πνοή και ο σχεδιασμός μιας εθνικής πολιτικής-στρατηγικής για μορφωμένους μαθητές και πολίτες,
ü σ’ ένα κείμενο, το οποίο δεν προκρίνει την αναδιάρθρωση της σχολικής μάθησης, αλλά τον βομβαρδισμό των εκπαιδευτικών με συνεχείς επιμορφώσεις και με πληθώρα δομών (ΠΕΚΕΣ, ΚΕΣΥ, ΚΕΑ, ΕΔΕΑΥ) που θα τους υποδεικνύουν το πώς θα διδάξουν, με «νεωτεριστικούς» τρόπους, απηρχαιωμένα εκπαιδευτικά συστήματα,
ü σ’ ένα κείμενο στο οποίο, εν τέλει, υπονοείται ότι όλη η κακοδαιμονία της ελληνικής παιδείας οφείλεται στην έλλειψη επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών,
ü σ’ ένα κείμενο που θέλει να αγνοεί (γιατί δεν έχει ιδέες και όραμα) ότι το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα δημιουργεί την πλειοψηφία των μαθησιακών δυσκολιών ή τα προβλήματα ένταξης:
o με το μονολιθικό και γνωσιοκεντρικό τρόπο λειτουργίας του σχολείου,
o με το «κατέβασμα» προς τις χαμηλότερες βαθμίδες εκπαίδευσης της διδακτέας ύλης,
o με τα εκτός μαθητικής πραγματικότητας σχολικά εγχειρίδια,
o με την πλήρη αναντιστοιχία της οικιακής και σχολικής γλώσσας,
o με την απουσία της πρόληψης των μαθησιακών-συμπεριφορικών-ψυχικών δυσκολιών και της θεσμικής στήριξης, κατ’ αρχάς, της προσχολικής αγωγής (με τη στελέχωσή της με λογοθεραπευτές, εργοθεραπευτές, κοιν. λειτουργούς και ψυχολόγους),
o με την έλλειψη προτυποποίησης των διαδικασιών,
o με την μη-αξιοποίηση εργαλείων που έχουν εκπονηθεί από τα πανεπιστήμια,
o με την απουσία ή με την επιφανειακή προσέγγιση της ειδικής αγωγής από τις παιδαγωγικές-καθηγητικές πανεπιστημιακές σχολές κ.α., συνθήκες που δεν επιτρέπουν την ενσωμάτωση όλων των παιδιών,
ü σ’ ένα κείμενο το οποίο δεν ορμάται από μια επιστημονική αποτίμηση-αξιοποίηση της προηγούμενης εμπειρίας (ΚΔΑΥ-ΚΕΔΔΥ-θεσμός των σχολικών συμβούλων, Σ.Σ.Ν., ΚΕΣΥΠ, ΚΕΠΛΗΝΕΤ), καταργώντας συλλήβδην και απαξιωτικά όσα οι εργαζόμενοι σ’ αυτά έχουν προσφέρει τόσες δεκαετίες, με δικό τους κόπο, χωρίς τη θεσμική και υλική στήριξη του Υπουργείου,
ü σ’ ένα κείμενο που καταφανώς αγνοεί το εύρος, το βάθος και τη φύση των προβλημάτων των σημερινών μαθητών (κατακόρυφη αύξηση του αυτισμού, της ΔΕΠ-Υ, των σοβαρών διαταραχών συμπεριφοράς και ψυχικής υγείας, της ενδοοικογενειακής, κοινωνικής και σχολικής βίας, αλλαγή τρόπου μάθησης των μαθητών –από την ακουστικογλωσσική μάθηση στην οπτική- κ.α.) και το οποίο πιστεύει ότι με επιμορφωτικά σεμινάρια θα αντιμετωπιστούν οι σοβαρές διαταραχές συμπεριφοράς και ψυχικής συγκρότησης,
ü σ’ ένα κείμενο, στο οποίο νομοθετείται η αξιολόγηση όλων των περιφερειακών υπηρεσιών της εκπαίδευσης (Π.Δ.Ε., ΠΕΚΕΣ, ΚΕΣΥ, Δ/ΝΤΕΣ, ΣΧΟΛΙΚΕΣ ΜΟΝΑΔΕΣ) και μένουν στο απυρόβλητο η Κεντρική Υπηρεσία και το Ι.Ε.Π., που θα έπρεπε να είναι οι κατ’ εξοχήν υπεύθυνοι για τη χάραξη της εκπαιδευτικής πολιτικής,
ü σ’ ένα κείμενο, το οποίο παγιδεύει τις υπό σύσταση δομές, όπως το εκπαιδευτικό σύστημα στους μαθητές: τους φορτώνει με τόση ύλη, που στο τέλος δεν μαθαίνουν τίποτα. Οι νέες δομές έχουν ένα τέτοιο εκτεταμένο-ανεφάρμοστο έργο, που θα πνιγούν και θα καταντήσουν ανενεργές εν τη γεννέσει τους,
ü σ’ ένα κείμενο που δημιουργεί τέτοιες εξωπραγματικές προσδοκίες (θα επιλύουν κάθε είδους προβλήματα, ακόμα και ψυχοκοινωνικά και ψυχικής υγείας, αλλά χωρίς τους κατάλληλους ειδικούς, βλ. παιδοψυχιάτρους), που οι νέες δομές άμεσα θα απαξιωθούν, αφού εξ ορισμού δεν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στις «θαυματουργές» αρμοδιότητές τους,
ü σ’ ένα κείμενο που πιστεύει ότι όλες οι «σχολικές» δυσκολίες μπορούν να λυθούν μόνο με παιδαγωγικά μέσα εντός και εκτός σχολείου, καθαρά δασκαλοκεντρικό (ούτε καν εκπαιδευτικοκεντρικό), αφού όλες προϋποθέσεις πριμοδοτούν τους ΠΕ 70.
Ειδικότερα, επισημαίνουμε:
1. Τις επικαλύψεις των αρμοδιοτήτων των υπό δημιουργία δομών, που οδηγούν σε ασάφειες στόχων, (βλ. παράρτημα),
2. Τις ανεδαφικές αρμοδιότητες-προσδοκίες όλων των υπό δημιουργία δομών:
Πως είναι δυνατόν, τα ΠΕΚΕΣ να λειτουργήσουν υποστηρικτικά, αφού οι προβλεπόμενες θέσεις σε συντονιστές εκπαιδευτικού έργου, ανά ειδικότητα, είναι λιγότερες από τον αριθμό των σχολικών συμβούλων και αφορούν μεγάλες περιφέρειες;
Πως είναι δυνατόν, και σε ποιο χρόνο, τα ΚΕΣΥ π.χ. να λειτουργήσουν υποστηρικτικά:
α) αφού δεν θα μετέχουν στο σχεδιασμό της παιδαγωγικής δράσης των σχολικών μονάδων (εκ των υστέρων; πυροσβεστικά; με «μαγικό ραβδί»;), καθώς η οποιαδήποτε συμβουλευτική βασίζεται στην εγκαθίδρυση σχέσης εμπιστοσύνης, στη διαλεκτική, στην αλληλοτροφοδότηση;
β) αφού καταργείται η διάγνωση των αιτιών των σχολικών δυσκολιών ενός μαθητή (αντιληπτικοί, συναισθηματικοί, ψυχικοί, αναπτυξιακοί, κοινωνικοί, οικογενειακοί λόγοι;) και τα ΚΕΣΥ θα συντάσσουν μόνο αξιολογικές εκθέσεις-εισηγήσεις και όχι γνωματεύσεις,
γ) αφού δεν θα μπορούν εκ των πραγμάτων να έχουν γνώση της κουλτούρας κάθε σχολικής μονάδας (300-600 σχολεία/ανά ΚΕΔΔΥ της Αττικής, ΚΕΔΔΥ περιφέρειας και δη νησιωτικής, απουσία εξόδων μετακίνησης),
γ) αφού οι ανάγκες των μαθητών αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο (αυτισμός, ΔΕΠ-Υ, διαταραχές συμπεριφοράς, ψυχιατρικές διαταραχές) και οι προβλεπόμενες δομές παραμένουν ανεπαρκείς παρά την στοιχειώδη αύξηση των ΚΕΣΥ, σε σχέση με τα ΚΕΔΔΥ,
δ) αφού τα ΚΕΣΥ θα λειτουργούν υπό τον έλεγχο-ομοιρία τριμελούς επιτροπής του ΠΕΚΕΣ, η οποία βεβαίως θα πιέζει για λύσεις στο εδώ και τώρα για όσους φωνάζουν περισσότερο;
Πως είναι δυνατόν, και σε ποιο χρόνο, οι ΕΔΕΑΥ να λειτουργήσουν υποστηρικτικά:
α) αφού δεν θα καλύπτεται το σύνολο των σχολείων από αυτές,
β) αφού τα στελέχη τους θα βρίσκονται περιοδικά και για περιορισμένο χρόνο σε κάθε σχολείο,
γ) αφού οι ανάγκες των μαθητών αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο (αυτισμός, ΔΕΠ-Υ, διαταραχές συμπεριφοράς, ψυχιατρικές διαταραχές);
Πως είναι δυνατόν να υλοποιούνται προγράμματα πρωτογενούς ή δευτερογενούς πρόληψης και προαγωγής της ψυχικής υγείας (αρθ. 7, παρ. 2, περ. γ-δδ), όταν καταργείται η ειδικότητα του παιδοψυχιάτρου;
Σε ποιο χρόνο θα γίνεται η ανίχνευση των πιθανών φραγμών στη μάθηση για το σύνολο των μαθητών της σχολικής κοινότητας και, εν πάσει περιπτώσει, για ποιο λόγο, αφού ποτέ η εμπειρία και τα στατιστικά δεδομένα που έχουν συσσωρευτεί εδώ και 17 χρόνια στα ΚΕΔΔΥ δεν αξιοποιήθηκαν (ακόμα και για ερευνητικούς σκοπούς) από την ηγεσία του ΥΠΠΕΘ και το Ι.Ε.Π. για τη βελτίωση του συστήματος;
Σε ποιο χρόνο θα γίνονται οι επιμορφωτικές δράσεις (και όλα τα υπόλοιπα) και με ποιο προσωπικό;
Με ποιο προσωπικό θα λειτουργήσουν τα ΚΕΣΥ, όταν οι προβλεπόμενες θέσεις είναι ελάχιστες σε σχέση με τις ανάγκες (οι 1067 θέσεις για 71 ΚΕΣΥ) και όταν κατά 70% περίπου τα ΚΕΔΔΥ λειτουργούν με αναπληρωτές, για τους οποίους δεν γίνεται καμία σαφής μνεία-πρόνοια και οι οποίοι προσφέρουν ανελλιπώς τις υπηρεσίες τους στην Ειδική Αγωγή, εδώ και μια 10ετία;
Με ποια υλικοτεχνική-κτιριακή υποδομή θα λειτουργήσουν, όταν εδώ και 17 χρόνια λειτουργίας των ΚΔΑΥ-ΚΕΔΔΥ, δεν έχουν εξασφαλιστεί η καθαριότητα, τα αναλώσιμα, η ανανέωση του εξοπλισμού και των αξιολογικών εργαλείων;
3. Την κατάλυση, επί της ουσίας, της ενταξιακής εκπαίδευσης, αφού προβλέπονται μόνο:
20 συντονιστές Ειδικής Αγωγής και Ενταξιακής Εκπαίδευσης για όλη την Ελλάδα, ούτε ένας ανά ΠΕΚΕΣ και 8 θέσεις καλλιτεχνικών, 2 θέσεις θεατρικής αγωγής και 20 θέσεις φυσικής αγωγής, μαθήματα κατ’ εξοχήν ενταξιακά για τους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.
4. Τον αποκλεισμό προσωπικού-ειδικοτήτων από την υπηρέτηση σε ΚΕΣΥ
Ο εξωστρακισμός της ειδικότητας του παιδοψυχιάτρου (βεβαίως κάτω από την πίεση «δασκολοκεντρικών» αντιλήψεων παντοδυναμίας και παντογνωσίας, γνωστών τοις πάσι παραγόντων), αλλά και ο ανεπαρκής αριθμός προβλεπόμενων θέσεων λογοθεραπευτών στα ΚΕΣΥ δείχνουν τη θέση (!) που δίνει το παρόν σχέδιο νόμου στη διεπιστημονικότητα, αλλά και πόσο σε βάθος αντιλαμβάνεται την πληθώρα παραγόντων που παρεμβαίνουν στη μάθηση.
Ο μη υπολογισμός της προϋπηρεσίας σε ΚΔΑΥ-ΚΕΔΔΥ για την κάλυψη θέσεων στα ΚΕΣΥ (βλ. αρθρ. 9, παρ. 2), αποκλείει την κατάληψη θέσης σ’ αυτά και πετά έξω απ’ αυτά πολλούς συναδέλφους που έχουν αποκλειστική προϋπηρεσία σε ΚΔΑΥ-ΚΕΔΔΥ.
5. Τον τεχνικό αποκλεισμό του Ε.Ε.Π από θέσεις ευθύνης και ειδικά από Προϊστάμενοι ΚΕΣΥ
Παρ’ όλο που προβλέπεται η κατάληψη θέσεων ευθύνης από το Ε.Ε.Π. (προϊστάμενοι ΚΕΣΥ, διευθυντές-υποδιευθυντές σε ΣΜΕΑΕ, συντονιστές Ειδικής Αγωγής και Ενταξιακής Εκπαίδευσης), εν τούτοις τα κριτήρια επιλογής είτε απαγορεύουν εξ αρχής την κατάληψη θέσης ευθύνης είτε ευνοούν τους δασκάλους αφού περιλαμβάνουν μοριοδοτήσεις που δεν μπορεί να έχει το Ε.Ε.Π.:
α) το Ε.Ε.Π. δεν διαθέτει διδακτική εμπειρία-προϋπηρεσία, έτσι όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2, περ. στ’-εε, αφού στον ορισμό της δεν συμπεριλαμβάνονται τα ΚΔΑΥ-ΚΕΔΔΥ. Η δε περ. ζ του ιδίου άρθρου, όπου μνημονεύονται τα ΚΕΔΔΥ, αναφέρεται συλλήβδην σε εκπαιδευτική-διδακτική προϋπηρεσία, χωρίς να τις διαχωρίζει,
β) το Ε.Ε.Π. δεν ασκεί διδακτικά καθήκοντα σε σχολικές μονάδες (αρθ. 22, παρ. 4) και μάλιστα 10ετή, καθώς δεν φαίνεται από πουθενά ότι η υπηρέτηση σε ΚΕΔΔΥ-ΚΔΑΥ θεωρείται διδακτική υπηρεσία (αρθ. 22, παρ. 6, αναφέρονται μόνο τα ΚΕΣΥ),
γ) το Ε.Ε.Π. δεν διαθέτει πτυχίο Διδασκαλείου Εκπαίδευσης: 3 μονάδες (αρθ. 24, παρ. 2)
δ) το Ε.Ε.Π. δεν έχει διδακτικά καθήκοντα σε σχολικές μονάδες, Ε.Κ., Σ.Δ.Ε.: 1 μονάδα για κάθε έτος πέραν των 10 ετών (αρθ. 24, παρ. 3β-αα),
ε) το Ε.Ε.Π. δεν έχει διδακτική υπηρεσία, έτσι όπως αυτή ορίζεται στο αρθ. 24, παρ. 3β-ββ, καθώς η προϋπηρεσία σε ΚΔΑΥ-ΚΕΔΔΥ δεν αναφέρεται πουθενά
στ) το Ε.Ε.Π. δεν μπορεί να αναλάβει καθήκοντα προϊσταμένου ΚΕΣΥ, αφού «ως Προϊστάμενοι Κ.Ε.Σ.Υ. επιλέγονται εκπαιδευτικοί ή Ε.Ε.Π. των κλάδων που προβλέπονται στις περιπτ. α΄ και γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 9, με δωδεκαετή τουλάχιστον εκπαιδευτική υπηρεσία στην πρωτοβάθμια ή δευτεροβάθμια εκπαίδευση, οι οποίοι έχουν ασκήσει διδακτικά καθήκοντα σε σχολικές μονάδες για δέκα τουλάχιστον έτη και οι οποίοι διαθέτουν τα προσόντα που απαιτούνται για την τοποθέτηση στα Κ.Ε.Σ.Υ. σύμφωνα με την παρ. 2 του ίδιου άρθρου» (αρθ. 22, παρ. 4). Προϋποθέσεις που δεν μπορούν να έχουν, ακόμα και αν υπηρετούν στα ΚΔΑΥ-ΚΕΣΥ από ιδρύσεώς τους.
Κύριοι, θα πρέπει να αναρωτηθούμε γιατί κάθε ηγεσία του ΥΠΠΕΘ θεωρεί τον εαυτό της υποχρεωμένο να καταθέτει νομοσχέδια για την Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση.
Πέραν των Ν. 1566/1985 και 2817/2000, που εισήγαγαν καινοτομίες στην Ειδική Αγωγή (διεπιστημονικότητα στην εκπαίδευση των ατόμων με αναπηρίες και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και ίδρυση των ΚΔΑΥ), οι υπόλοιπες προσπάθειες δεν έφεραν τίποτε το ουσιαστικό (εκτός της ίδρυσης των ΕΔΕΑΥ) για τη στήριξη και εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και αναπηρίες στα γενικά σχολεία και στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση.
Στο ίδιο μοτίβο, των εμβαλωματικών πρακτικών, των αοριστιών, της προχειρότητας (π.χ. δεν προβλέπεται ΠΕΚΕΣ για την Δυτ. Αττική, αρθ. 4, παρ. 1), της μεταθέσης ευθυνών και του «χαϊδέματος» των αυτιών, κινείται και το παρόν νομοσχέδιο.
Θέλουμε την απόσυρση του παρόντος νομοσχεδίου, ως ατεκμηρίωτου, ανεδαφικού, μονομερούς και βλαπτικού. Ωστόσο, επειδή γνωρίζουμε τις μνημονιακές υποχρεώσεις, τις υφιστάμενες πιέσεις και ανάγκες και τις ειλημμένες αποφάσεις, αν μη τι άλλο, ζητάμε:
1ον Να διατηρηθεί ο μαθητικοκεντρικός και διεπιστημονικός χαρακτήρας των ΚΕΣΥ, έτσι όπως περιγράφεται στους Ν. 2817 και 3699, χωρίς καμία αλλαγή, και τα ΠΕΚΕΣ, ΚΕΑ, μαζί με τις ΕΔΕΑΥ να αναλάβουν την επιμόρφωση και τη στήριξη των σχολείων,
2ον Να διατηρηθεί η διεπιστημονικότητα στην αξιολόγηση των μαθητών και στην έκδοση γνωματεύσεων,
3ον Να επανέλθουν οι παιδοψυχίατροι στη στελέχωση των ΚΕΣΥ (αρθ. 9, παρ. 1), με αύξηση των οργανικών τους θέσεων και να αυξηθούν οι θέσεις των λογοθεραπευτών (1 για κάθε ΚΕΣΥ της περιφέρειας και τουλάχιστον 2 για κάθε ΚΕΣΥ της Αττικής και Ν. Θεσσαλονίκης), καθώς και των εργοθεραπευτών,
4ον Να αυξηθούν οι οργανικές θέσεις των εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων στα ΚΕΣΥ της Αττικής και Ν. Θεσσαλονίκης και του Ε.Ε.Π. (τουλάχιστον σύμφωνα με την πρόβλεψη του 3699, 1διεπιστημονική ομάδα ανά 10.000 μαθητές) και να αυξηθούν οι ΕΔΕΑΥ, ώστε να καλύπτονται όλα τα σχολεία γενικής αγωγής,
5ον Να αυξηθούν οι θέσεις των συντονιστών Ειδικής Αγωγής και Ενταξιακής Εκπαίδευσης (ειδικά για την Αττική, ένας ανά ΠΕΚΕΣ),
6ον Να προβλεφθούν θέσεις συντονιστών Ε.Ε.Π.,
7ον Να αξιοποιείται, δια νόμου, η συσσωρευμένη εμπειρία των περιφερειακών δομών της εκπαίδευσης (στατιστικά και ποιοτικά στοιχεία) για την χάραξη εκπαιδευτικών πολιτικών,
8ον Να υπάρχει διαφάνεια και δημόσια πρόσκληση για τη σύσταση των διάφορων επιτροπών που ετοιμάζουν «νομοσχέδια» για την ειδική αγωγή και εκπαίδευση,
9ον Να νομοθετηθεί με σαφήνεια ότι η υπηρέτηση σε ΣΜΕΑΕ, ΚΔΑΥ, ΚΕΔΔΥ και ΚΕΣΥ αποτελεί διδακτική προϋπηρεσία για το Ε.Ε.Π. και να αρθούν όλες οι προϋποθέσεις και παράμετροι που εμποδίζουν την ισότιμη υπηρεσιακή εξέλιξη όλων των εργαζομένων στις εκπαιδευτικές δομές (βλ. αρθ. 22 και 24),
10ον Να συγκροτηθούν με διαφάνεια οι επιτροπές για τη σύνταξη των κανονισμών λειτουργίας των ΠΕΚΕΣ , ΚΕΣΥ, ΚΕΑ και ΕΔΕΑΥ και απαιτούμε η σύνταξη των κανονισμών λειτουργίας των ΚΕΣΥ και ΕΔΕΑΥ να μη γίνει κεκλεισμένων των θυρών, αλλά με τη σταθερή συμμετοχή των συνδικαλιστικών εκπροσώπων του Ε.Ε.Π. και εργαζομένων στις υπό κατάργηση δομές (ΚΕΔΔΥ, ΣΣΝ, ΚΕΣΥΠ) αποδεδειγμένης εμπειρίας, ποιότητας εργασίας και προσφοράς.
Τούλα Κατσούλη
Ψυχολόγος ΠΕ23,
τ. Γ. Γ. Π.Ο.Σ.Ε.Ε.Π.Ε.Α.
Υ.Γ. Η Τούλα Κατσούλη ήταν τ. Αναπληρώτρια Προϊσταμένη στο ΚΕΔΔΥ Γ’ Αθήνας